Σάββατο, Ιουλίου 22, 2006

Ο τοίχος που πληγώναμε

Άρχιζε να σκαλίζει με μανία τον τοίχο. Δεν προλάβαινε να σκεφτεί γιατί το κάνει. Απλά αισθανόταν μια ανεξάντλητη ενεργητικότητα να θέλει να της τινάξει τα σωθικά. Ήθελε να έχει ολα τα χρώματα του ουράνιου τόξου να ζωγραφίσει από την αρχή τον κόσμο, αλλά ήξερε πώς δεν τα κατάφερνε. Ήθελε να μάθει όλες τις νότες, τις συγχορδίες και τους δακτυλισμούς για να παίξει αυτό που ήθελε και να ξεσπάσει, αλλά δεν ήξερε καν να πιάνει τα τάστα.
Ήθελε να τρέξει, να κόψει πρώτη το νήμα, να πετάξει μακριά και ψηλά, αλλά δεν είχε καιρό.
Τα γνώριζε όλα αυτά πολύ καλά και τα άκουγε συνεχώς μέσα της όσο σκάλιζε τον τοίχο. Δεν μπορούσε πλέον να βλέπει τα χρώματα να σκεπάζουν το ένα το άλλο και τα μηνύματα να μπλέκονται αρμονικά δίνοντας το νόημα της ζωής.
Η επιθετικότητα της εφηβείας άρχιζε να ξαναζωντανεύει και να την κυριεύει. Θυμήθηκε τότε που χτυπούσε με μανία τα doc martens στον ίδιο τοίχο για να τα κάνει να φαίνονται παλιά. Θυμήθηκε πέρσι που κολλούσε αφίσες στον ίδιο τοίχο δημιουργώντας ένα στρώμα προστασίας. Αλλά και τότε που με το σπρέυ έγραφε με περηφάνεια "Μην πατάτε τον τοίχο". Τον ίδιο τοίχο που τώρα κεντούσε με τον κοφτερό σουγιά. Και ο τοίχος σαν άλλο μαστιχόδεντρο δάκρυζε και τη συνέπαιρνε στα δάκρυά του.

Άκουσε θόρυβο και έφυγε βιαστικά....