Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 13, 2007

Μεταφυσικές ιστορίες Νο. 11 (parta) Εκλογές

Ξεκίνησε να πάει να ψηφίσει. Θυμόταν ακόμη εκείνο το βουλευτή που τον είχε βοηθήσει με τον ΑΣΕΠ. Του το είχε τάξει πριν τις προηγούμενες εκλογές και μόλις ήρθε στην κυβέρνηση ξεμπλόκαρε τις διαδικασίες, έκοψε κανένα δύο που προηγούνταν στη λίστα και τελικά τον διόρισε.
Κι εκείνος και η οικογένειά του, του χρωστούσαν πάρα πολλά.
Δεν το πολυσυζητούσε βέβαια με τους άλλους στο νησί. Σε όλους είχε πει, ή είχε αφήσει να εννοηθεί ότι διορίστηκε κανονικά - χωρίς καμία παρέμβαση - Με την αξία του.
Δεν ξεχνούσε όμως ποτέ το χρέος του και γι' αυτό θα πήγαινε και τώρα να τον ψηφίσει.
Τι κι αν έπρεπε να διασχίσει όλη την Ελλάδα για να φτάσει από το νησί μέχρι τον Έβρο. Εξάλλου, στη διαδρομη θα μπορούσε να χαζέψει όλες τις αλλαγές που έγιναν τα τρία αυτά χρόνια.
"Τρία χρόνια;" Είχαν περάσει κι όλας τρία χρόνια από τότε που διορίστηκε και κατέβηκε στο νησί. Από τότε είχε να ταξιδέψει πίσω στα μέρη του. Εξ' άλλου κάθε γνήσιος ετεροδημότης στη χώρα πηγαίνει στο χωριό του κάθε πάσχα με τους γονείς όταν είναι μικρός, κάθε φορά που έχει εκλογές (νομαρχιακές κυρίως) όταν είναι νέος και εργαζόμενος και κάθε πάσχα όταν κάνει οικογένεια και παιδιά και δεν έχει λεφτά να πάει κάπου αλλού.
Φόρτωσε λοιπόν στο αμάξι τον ίδιο σάκο που είχε φέρει και όταν ήρθε στο νησί και ξεκίνησε. Στρίμωξε και κάπου στην άκρη του πορτ μπαγκάζ δύο πλαστικά σημαιάκια με τρόπο που να μην φαίνονται και ξεκίνησε.
Καθώς ήταν ακόμη καλοκαίρι, τα δρομολόγια στο φέρυ που σε περνούσε απέναντι ήταν συχνά κι έτσι δεν είχε πολύ ουρά. Φόρτωσε το αυτοκίνητο και ανέβηκε στο κατάστρωμα να χαζέψει.
Καθώς το φέρυ ξεμάκραινε το λιμάνι άρχισε να χωράει σε μια μόνο ματιά. Αυτό που έβλεπε του έφερνε στο μυαλό όλα όσα είχε περάσει αυτά τα τρία χρόνια.
Θυμόταν το απρόσμενο τηλεφώνημα, τις πρώτες μέρες στο νησί, τις βόλτες στην αγορά του νησιού και τις ατέλειωτες ώρες στο καφενείο παρέα με τους ψαράδες που είχαν αναδουλειές.
Το φέρυ άρχισε να αλλάζει ρότα και στα αριστερά του νησιού άρχισε να φιγουράρει ο φάρος... Τι βράδια κι εκείνα που πέρασε... Η πρώτη γνωριμία με το νησί και τα μυστήριά του.
Σε λίγα λεπτά το φέρυ έδεσε κι εκείνος ανέβηκε στο αυτοκίνητο να ξεκινήσει για το ολοήμερο ταξίδι του. Στις πρώτες στροφές το τοπίο ήταν ίδιο όπως το άφησε τρια χρόνια πριν, ξερότοπος και ερημιά. Μετά από καμιά ώρα οδήγησης όμως, το τοπίο άρχιζε να αλλάζει... Είχε ακούσει στο ράδιο για την καταστροφή από τις τελευταίες φωτιές αλλά αυτό που έβλεπε να απλώνεται μπροστά του δεν του θύμιζε τίποτε από αυτά που είχε δει μέχρι τώρα.
Η μυρωδιά που είχε γεμίσει τον αέρα τα τελευταία λεπτά ήταν ένα προμήνυμα.
Σίγουρα όμως δεν έφτανε να τον προετοιμάσει γι'αυτό το μαύρο χαλί που ήταν στρωμένο μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι. Άρχισε να οδηγεί ακόμα πιο γρήγορα μήπως και ξεφύγει αδιάφορα από αυτό που τον περιτριγύριζε.
Μία ώρα μετά το τοπίο είχε αλλάξει. Η πρώτη μεγάλη πόλλη που συνάντησε στο δρόμο του ήταν ίδια όπως την άφησε. Μόνο που τα σπίτια πλέον άρχιζαν πριν την πινακίδα που τον καλωσόριζε και τα σπίτια γύρω από την κεντρική πλατεία ήταν λίγο πιο παρατημένα. Και οι άνθρωποι φαίνονταν λίγο πιο ταλαιπωρημένοι και μίζεροι. Μπορεί να ήταν και η ιδέα του, μιας κι αυτός περνούσε τόσο καλά στο νησί.
Σε λίγη ώρα θα έφτανε στο νέο κομμάτι του αυτοκινητόδρομου. Θυμάται το είχαν παραδόσει λίγο πριν τις προηγούμενες εκλογές σε κυκλοφορία και ήταν σχεδόν έτοιμο. Σχεδόν δηλαδή, χωρίς φώτα, διαγραμμίσεις και ανακλαστήρες αλλά με άσφαλτο στο μεγαλύτερο μέρος του. Τώρα, τρία χρόνια μετά περίμενε να το βρει έτοιμο. Έψαχνε μάλιστα χρήματα για να δώσει στα διόδια που είχε ακούσει ότι θα φτιάχνονταν. Φτάνοντας στη διασταύρωση και προς μεγάλη του έκπληξη διαπίστωσε ότι δεν θα πλήρωνε διόδια, μιας και διόδια δεν υπήρχαν. Δεν είχαν φτιαχτεί ή κι αν είχαν φτιαχτεί ήταν στο "νέο" κομμάτι του αυτοκινητόδρομου.

Εκείνο που είχαν παραδόσει στις προηγούμενες εκλογές "σχεδόν" έτοιμο, και που τώρα δεν ήταν καθόλου έτοιμο. Χάρηκε βέβαια που δεν πλήρωσε διόδια αλλά χαλάστηκε λίγο που έπρεπε να οδηγήσει για μια ακόμη φορά όλο αυτό το σαλίγκαρο για να ανέβει το βουνό...
- Μα καλά εκείνο το νέο κομμάτι τι απέγινε;
Μια ώρα μετά είχε φτάσει πλέον στον πραγματικό αυτοκινητόδρομο. Έβαλε πέμπτη και πάτησε λίγο περισσότερο το γκάζι. Τα βάσανά του είχαν τελειώσει. Σε άλλες δύο ώρες είχε φτάσει πλέον έξω από την πρωτεύουσα την οποία ούτε ζωγραφιστή δεν ήθελε πλέον να τη δει. Μπήκε γρήγορα γρήγορα στον περιφερειακό αυτοκινητόδρομο και σε 15 λεπτά έβαλε πλώρη για βόρεια. Είχε φτάσει στο 1/3 της διαδρομής του και δεν ήταν ακόμη μεσημέρι. Σταμάτησε στο επόμενο βενζινάδικο για ανεφοδιασμό σε όλα τα επίπεδα και ανανεωμένος ξεχύθηκε στην εθνική οδό.
Το τοπίο από εδώ κι επάνω ήταν διαφορετικό. Τα καμμένα δέντρα και χωράφια είχαν δώσει πλέον τη θέση τους στην ξεραϊλα που περίμενε υπομονετικά να είναι το επόμενο θύμα των εμπρηστών. Τρόμαξε και μόνο στην ιδέα και έσβησε γρήγορα το τσιγάρο του στο μισοάδειο ποτήρι του φραπέ. Από εδώ και πάνω τίποτα το σημαντικό δεν είχε αλλάξει. Οι παρακάμψεις στους δρόμους έδιναν κι έπαιρναν, οι λακούβες στις δεξιές λωρίδες είχαν μεγαλώσει και πληθύνει ανεπάίσθητα και ευτυχώς γι' αυτόν οι τροχαίοι είχαν εξαφανιστεί. Ίσως ψηφίζουν κι αυτοί, σκέφτηκε και πάτησε λίγο παραπάνω γκάζι.
Για τις επόμενες 3 ώρες, έτρεξε, προσπέρασε, φρέναρε, έβρισε, πάτησε διαχωριστικές, έκανε φώτα, άνοιξε παράθυρα, έβαλε κλιματισμό, τραγούδησε κι ούτε μια στιγμή δεν ελησμόνησε τα λόγια...
Τα χιλιόμετρα κυλούσαν βαρετά και το μόνο που έμοιαζε να αλλάζει ήταν το τοπίο γύρω του. Είχε ανέβει αρκετά βόρεια πλέον και τα πράγματα άρχιζαν να αλλάζουν, να πρασινίζουν και να ζωντανεύουν. Τα ποτάμια εδώ έχουν νερό, νερό που κυλάει, και καλαμιές και κάμπους και όλα τα σχετικά. Καθώς είχε περάσει τρείς και το στομάχι του άρχισε τα προεκλογικά συνθήματα αποφάσισε να κάνει μια παράκαμψη. Ήταν η πρώτη παράκαμψη που έκανε με τη θέλησή του σήμερα. Και η μεγαλύτερη....